Η Χριστική Αρχή
Η λατρεία του νεκρού γράμματος στη Βίβλο δεν είναι παρά μία ακόμη μορφή ειδωλολατρείας, τίποτε καλύτερο. Ένα θεμελιώδες δόγμα πίστεως δε μπορεί να υφίσταται κάτω από τη μορφή ενός διπρόσωπου Ιανού. Επομένως, η Βίβλος δεν είναι ο "Λόγος του Θεού" αλλά στην καλύτερη περίπτωση περιέχει λόγια ατελών διδασκάλων και ανθρώπων, που μπορεί να σφάλλουν. Παρόλα αυτά, αν διαβαστεί εσωτερικά, πράγματι περιέχει, αν όχι όλη την αλήθεια, πάντως "τίποτε άλλο παρά την αλήθεια", κάτω από οποιοδήποτε αλληγορικό ένδυμα.
Αλλά: Quot homines tot sententiae
(Όσοι οι άνθρωποι, τόσες και οι γνώμες).
Η Χριστική Αρχή, το αφυπνισμένο και δοξασμένο Πνεύμα της Αληθείας, είναι παγκόσμια και αιώνια, γι' αυτό ο αληθινός Χριστός δε μπορεί να μονοπωλείται από οποιονδήποτε. Τα πνεύματα του "Χρηστού" και του "Χριστού" δε μπορεί να περιορίζονται σε οποιαδήποτε πίστη ή δόγμα, μόνον επειδή αυτό το δόγμα επιλέγει να εξυψώσει τον εαυτό του υπεράνω όλων των άλλων θρησκειών ή αιρέσεων. Όπως και κάθε άλλη γραφή των μεγάλων παγκόσμιων θρησκειών, η Βίβλος δε μπορεί να εξαιρεθεί από την κατηγορία των αλληγορικών και συμβολικών γραφών, οι οποίες υπήρξαν από την προϊστορική ακόμη εποχή, φορείς των μυστικών διδασκαλιών των Μυστηρίων της Μυήσεως, κάτω από μία λιγότερο ή περισσότερο καλυμμένη μορφή. Οι πρώτοι συγγραφείς των Λογίων (των σημερινών Ευαγγελίων) γνωρίζουν ασφαλώς την αλήθεια και όλη την αλήθεια. Αλλά οι διάδοχοι τους κατείχαν μόνον το δόγμα και τον τύπο, τα οποία οδηγούν στην ιεραρχική ισχύ μάλλον, παρά στο πνεύμα των λεγόμενων διδασκαλιών του Χριστού. Εδώ οφείλεται η βαθμιαία διαστρέβλωση. Η μυστική έννοια της εντολής "αμήν αμήν λέγω υμίν, εάν μη φάγητε τήν σάρκα του υιου του ανθρώπου και πίητε αυτου τό αίμα, ουκ έχετε ζωήν εν εαυτοίς", δε μπορεί ποτέ να γίνει κατανοητή ή να εκτιμηθεί στην αληθινή απόκρυφη αξία της, εκτός από εκείνους που κατέχουν κάποια από τα επτά κλειδιά και ακόμη λιγότερο ενδιαφέρονται για τον Άγιο Πέτρο. Αυτά τα λόγια πρέπει να ερμηνευτούν με τη βοήθεια των τριών κλειδιών - το ένα που ανοίγει την ψυχική πόρτα, το δεύτερο την πόρτα της φυσιολογίας και το τρίτο, που λύνει το μυστήριο της επίγειας ύπαρξης, αποκαλύπτοντας την αχώριστη σχέση της θεογονίας με την ανθρωπολογία.
Το πρώτο κλειδί που πρέπει κανείς να χρησιμοποιήσει για να αποκαλύψει τα σκοτεινά μυστικά που σχετίζονται με το μυστικιστικό όνομα του Χριστού, είναι το κλειδί που ξεκλείδωσε την πόρτα των αρχαίων μυστηρίων των αρχέγονων Αρείων, Σαβαίων και Αιγυπτίων. Η Γνώσις που παραγκωνίστηκε από το χριστιανικό σχήμα, ήταν παγκόσμια. Ήταν η ηχώ της αρχέγονης θρησκείας της σοφίας, η οποία υπήρξε κάποτε το οικογενειακό κειμήλιο ολόκληρης της ανθρωπότητας. Και κατά συνέπεια, θα μπορούσε κανείς να πει, στα αλήθεια, ότι, στην καθαρά μεταφυσική του όψη, το Πνεύμα του Χριστού (ο θείος λόγος) ήταν παρών μέσα στην ανθρωπότητα από την αρχή της. Ο συγγραφέας των Ομιλιών του Κλήμεντος έχει δίκιο. Το μυστήριο του Χριστού - που τώρα υποτίθεται ότι διδάχθηκε από τον Ιησού της Ναζαρέτ - "ήταν το ίδιο με εκείνο που εξαρχής είχε μεταδοθεί σ' εκείνους που ήταν άξιοι γι' αυτό", όπως αναφέρεται σε μια άλλη ομιλία (Γνωστικός και Ιστορικός Χριστιανισμός). Από το κατά Λουκάν Ευαγγέλιο μαθαίνουμε ότι οι "άξιοι" ήσαν εκείνοι οι οποίοι είχαν μυηθεί στα μυστήρια της Γνώσης και οι οποίοι είχαν "θεωρηθεί άξιοι" να επιτύχουν αυτή τη "νεκρανάσταση" σε αυτή τη ζωή...
"εκείνοι που γνώριζαν ότι δε θα μπορούσαν να πεθάνουν πια, αφού θα ήσαν όμοιοι με τους αγγέλους ως υιοί του Θεού και υιοί της Ανάστασης"
Με άλλα λόγια, ήσαν οι μεγάλοι Μύστες όλων των θρησκειών. Και οι λόγοι αυτοί αναφέρονται και σε όλους εκείνους, οι οποίοι, χωρίς να είναι Μύστες, αγωνίζονται και κατορθώνουν, με τις προσωπικές τους προσπάθειες να ζούνε τη ζωή και να αποκτούν τη φυσιολογικά επακόλουθη πνευματική φώτιση, συγχωνεύοντας στην προσωπικότητα τους τον "Υιό" με τον "Πατέρα", το ατομικό τους θείο Πνεύμα, τον Θεό εντός τους. Αυτή η Ανάσταση δε μπορεί να μονοπωληθεί ποτέ από τους Χριστιανούς αλλά είναι το πνευματικό, εκ γενετής δικαίωμα κάθε ανθρώπινου όντος προικισμένου με ψυχή και πνεύμα, ανεξάρτητα από τη θρησκεία την οποία ανήκει. Ένα τέτοιο άτομο είναι ένας Χριστ-άνθρωπος.
Για να παρακολουθήσει ο αναγνώστης αυτές τις εξηγήσεις, πρέπει να έχει στο νου του την πραγματική αρχαϊκή έννοια του λογοπαίγνιου με τους δύο όρους Χρηστός και Χριστός. Ο πρώτος σημαίνει ασφαλώς κάτι περισσότερο από "καλός", "εξαίρετος άνθρωπος" ενώ ο δεύτερος δε χρησιμοποιήθηκε ποτέ για κανένα ζώντα άνθρωπο, παρά για κάθε Μυημένο κατά τη στιγμή της Δεύτερης Γέννησης και Ανάστασής του. Εκείνος που βρίσκει τον Χριστό μέσα του και τον αναγνωρίζει ως τη μοναδική του "οδό", γίνεται ένας οπαδός και ένας Απόστολος του Χριστού, παρόλο που μπορεί να μην βαπτίστηκε ποτέ, ούτε να γνώρισε καν έναν "Χριστιανό", ούτε πολύ λιγότερο να αποκάλεσε έτσι τον εαυτό του.
Η λέξη Χρηστός υπήρχε αιώνες προτού ακουστεί ο Χριστιανισμός. Τη βρίσκουμε να χρησιμοποιείται από τον πέμπτο αιώνα π.Χ. από τον Ηρόδοτο, τον Αισχύλο και άλλους κλασσικούς Έλληνες συγγραφείς και η έννοιά της αναφέρεται και σε πράγματα και σε πρόσωπα. Έτσι, στον Αισχύλο (Χοηφ. 901) διαβάζουμε για Μαντεύματα Πυθόχρηστα, τους «χρησμούς που δίδονται από έναν Πύθιο – Θεό» μέσω μιας πυθίας. Όπως και το χρηστήριον δεν είναι μόνον «ο τόπος που δίδεται ο χρησμός» αλλά επίσης «μια προσφορά στον ή για τον χρησμό». Χρήστης είναι αυτός που ερμηνεύει ή αναλύει τους χρησμούς, ένας προφήτης, ένας μάντης. Και χρηστήριος είναι αυτός που ανήκει ή είναι στην υπηρεσία ενός μαντείου, ενός Θεού ή ενός Κυρίου. Όλα αυτά δείχνουν ότι οι όροι Χριστός και Χριστιανοί που η αρχική τους μορφή ήταν Χρηστός και Χρηστιανοί ήσαν απευθείας δανεισμένοι από τη λατρευτική ορολογία των Παγανιστών και σήμαιναν το ίδιο πράγμα.
Η εξωτερική σημασία του «Χρηστός» υπάρχει μέσα στην κλασσική Ελληνική φιλολογία, παράλληλα με τη σημασία που δίνεται στη λέξη στα μυστήρια. Αλλά στην εσωτερική φρασεολογία των ναών το «χρηστός», μια λέξη που όπως και η μετοχή χρησθείς, σχηματίζεται με τον ίδιο κανόνα και αποδίδει την ίδια έννοια – από το ρήμα χράομαι(=συμβουλεύομαι έναν θεό) – ανταποκρίνεται σε αυτό που θα μπορούσαμε να αποκαλέσουμε Μύστη ή ακόμη ανώτερο chela ή μαθητή. Τα λόγια «χρησεν οικιστηρα» που χρησιμοποίησε ο Πίνδαρος σημαίνουν ότι το μαντείο τον ανακήρυξε αποικιστή. Στην περίπτωση αυτή, η ιδιοφυία της ελληνικής γλώσσας επιτρέπει ο άνθρωπος που ανακηρύχθηκε έτσι, να αποκαλείται χρηστός. Είναι, λοιπόν, ένας όρος που εφαρμόζεται με διάφορες έννοιες. Χαρακτηρίζει και τη Θεότητα και τον Άνθρωπο. Από τον Κλήμη τον Αλεξανδρέα εξηγείται με την απλή έννοια του καλού ανθρώπου: «όλοι εκείνοι που πιστεύουν τον χρηστό (έναν καλό άνθρωπο) είναι και αποκαλούνται Χρηστιανοί, δηλ. καλοί άνθρωποι» (Στρωματείς). Παράλληλα, η Χριστιανική Θεολογία επέλεξε και εθέσπισε ότι το όνομα Χριστός πρέπει να θεωρηθεί ως προερχόμενο από το χρίω, χρίσω – αλείφω με αγιασμένο μύρο ή λάδι. Αλλά αυτή η λέξη έχει πολλές σημασίες.Ο Κλήμης ήταν ένας Μυημένος, ένας Νεοπλατωνιστής προτού γίνει Χριστιανός, γεγονός που δε θα μπορούσε να τον απαλλάξει από τη δέσμευσή του για μυστικότητα. Και ως Θεοσοφιστής και Γνωστικός, θα πρέπει να ήξερε ότι ο Χριστός είναι η ΟΔΟΣ ενώ ο Χρηστός ήταν ο μοναχικός ταξιδιώτης, που ταξιδεύει για να φτάσει στον ύστατο σκοπό του δια μέσου αυτής της Ατραπού, ο οποίος σκοπός ήταν ο Χριστός, το δοξασμένο Πνεύμα της ΑΛΗΘΕΙΑΣ, η επανένωση με το οποίο καθιστά την ψυχή (τον Υιό) ΕΝΑ με το Πνεύμα (τον Πατέρα).
Έτσι, ο Ιησούς, είτε της Ναζαρέτ είτε της Λουντ, ήταν ένας Χρηστός, τόσο αναντίρρητα, όσο και το ότι ποτέ δεν έλαβε την ονομασία Χριστός, κατά τη διάρκεια της ζωής του και πριν την τελευταία του δοκιμασία. Μπορεί, όπως εικάζει ο Higgins, το πρώτο όνομα του Ιησού να ήταν ίσως Χρειστός, το δεύτερο Χρηστός και το τρίτο Χριστός.
«Η λέξη Χρειστός χρησιμοποιείτο προτού μπει το Η (ήτα) στη γλώσσα».
Εδώ μπορεί πάλι να αναφερθεί ένας αριθμός αρχαίων συγγραφέων που πιστοποιεί ότι το Χριστός (ή Χρειστός μάλλον) ήταν μαζί με το Χρηστός, ένα επίθετο που αναφερόταν στους Εθνικούς πριν από τη Χριστιανική Εποχή. Στο Φιλόπατρις γράφεται: «ει τύχοι χρηστός και εν έθνεσιν…»
Υπάρχει και μια άλλη απόδειξη, με πολύ μεγαλύτερη βαρύτητα, για το ότι το όνομα Χριστός είναι προχριστιανικό. Η απόδειξη αυτή βρίσκεται στην προφητεία της Σίβυλας της Ερυθραίας, στη φράση: ΙΗΣΟΥΣ ΧΡΕΙΣΤΟΣ ΘΕΟΥ ΥΙΟΣ ΣΩΤΗΡ ΣΤΑΥΡΟΣ. Εάν διαβαστεί με την εσωτερική έννοια, αυτή η ακατανόητη σειρά από ασύνδετα μεταξύ τους ονόματα, που δε σημαίνει τίποτα για τον αμύητο, περιέχει μια αληθινή προφητεία – που δεν αναφέρεται όμως στον Ιησού αποκλειστικά – και ένα στίχο από τη μυστική κατήχηση του Μυημένου. Η προφητεία αναφέρεται στην κάθοδο επί της Γης του Πνεύματος της Αληθείας (Χριστός) μετά την έλευση του οποίου – που για ακόμη μια φορά δεν έχει σχέση αποκλειστικά με τον Ιησού – θα αρχίσει η Χρυσή Εποχή. Ο στίχος αναφέρεται στην ανάγκη να περάσει κανείς πρώτα από τη σταύρωση της σάρκας ή της ύλης, προτού φθάσει σε αυτήν την ευλογημένη κατάσταση της εσωτερικής (ή υποκειμενικής) «θεοφάνειας» ή θεοπνευστίας. Εάν διαβαστούν με την εσωτερική έννοια, οι λέξεις Ιησούς, Χρειστός, Θεού Υιός, Σωτήρ, Σταυρός, αποτελούν θαυμάσια στηρίγματα για να βασιστεί μια Χριστιανική προφητεία αλλά είναι παγανιστικά, όχι Χριστιανικά. Ο όρος «Χριστός» ή «Χριστική κατάσταση» ήταν πάντοτε συνώνυμος με τον όρο «Μαχατμική κατάσταση», δηλαδή η ένωση του ανθρώπου με τη θεία αρχή μέσα του.
Ο Σκορπιός, ως Χρηστός – Μεσσίας και ο Λέων, ως Χριστός – Μεσσίας είναι πολύ παλιότερα από τη Χριστιανική Εποχή, στις δοκιμασίες και στους θριάμβους της Μυήσεως κατά τη διάρκεια των Μυστηρίων.
Ο Σκορπιός ήταν το σύμβολο για τις πρώτες, ο Λέων για τον δοξασμένο θρίαμβο του «ήλιου» της αλήθειας.
Εάν μου ζητούσαν να εξηγήσω το όνομα ΙΗΣΟΥΣ ΧΡΕΙΣΤΟΣ, η απάντηση θα ήταν: μελετήστε τη μυθολογία, τις αποκαλούμενες μυθοπλασίες των αρχαίων και θα σας δώσουν το κλειδί. Μελετήστε βαθιά τον Απόλλωνα, τον ηλιακό Θεό και τον Θεραπευτή και την αλληγορία γύρω από τον γιο του Ιανό (ή Ίωνα), τον ιερέα του στους Δελφούς, μέσω του οποίου μόνο μπορούσαν να φτάσουν οι προσευχές τους αθάνατους Θεούς και τον άλλο γιο του τον Ασκληπιό, που αποκαλείτο ο Σωτήρ.
Το επώνυμο Χριστός βασίζεται και έχει την προέλευση του, όπως και η ιστορία της σταύρωσης, σε γεγονότα που προηγήθηκαν παντού. Στην Ινδία, όπως και στην Αίγυπτο, στη Χαλδαία και στην Ελλάδα, όλοι αυτοί οι μύθοι θεμελιώθηκαν επάνω σε ένα και τον αυτό πρωταρχικό τύπο: την εκούσια θυσία των λόγων – των ακτίνων του μοναδικού ΛΟΓΟΥ, της άμεσης εκδηλωμένης εκπόρευσης από το Ένα αιωνίως κεκρυμμένο Άπειρο και Άγνωστο – που οι ακτίνες τους ενσαρκώθηκαν στο ανθρώπινο γένος. Δέχτηκαν να εκπέσουν μέσα στην ύλη και γι’ αυτό αποκαλούνται οι Πεπτωκότες.
Ο Χριστός είναι το στέμμα της δόξας του πάσχοντος Χρηστού των μυστηρίων, καθώς και του υποψήφιου για την τελική ΕΝΩΣΗ, οποιασδήποτε φυλής ή θρησκείας. Για τον αληθινό οπαδό του ΠΝΕΥΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΑΛΗΘΕΙΑΣ έχει κατά συνέπεια μικρή σημασία εάν ο Ιησούς, ως άνθρωπος και Χρηστός, έζησε κατά την περίοδο που αποκαλείται χριστιανική ή πριν από αυτήν ή ακόμη εάν δεν έζησε ποτέ. Οι Μύστες που έζησαν και πέθαναν για την ανθρωπότητα, υπήρξαν σε όλες τις εποχές και πολλοί ήσαν οι καλοί και άγιοι άνθρωποι κατά την αρχαιότητα που έφεραν το επώνυμο ή τον τίτλο του Χρηστού, προτού γεννηθεί ο Ιησούς της Ναζαρέτ ή Ιησούς Μπεν Παντίρα. Οι Χριστιανοί, όπως όλοι οι Ηρωολάτρες, προσπάθησαν να ρίξουν στην αφάνεια όλους τους άλλους χρηστούς, οι οποίοι είχαν φανεί σ’ αυτούς ως αντίπαλοι του δικού τους Ανθρώπου – Θεού. Αλλά εάν εσίγησε η φωνή των Μυστηρίων για πολύ καιρό στη Δύση, εάν η Ελευσίνα, η Μέμφιδα, το Άντιο, οι Δελφοί και η Κρίσα έγιναν εδώ και πολύ καιρό οι τάφοι μιας Επιστήμης, τόσο κολοσσιαίας κάποτε στη Δύση, όπως είναι ακόμη στην Ανατολή, υπάρχουν ακόμη διάδοχοι τους που τώρα προετοιμάζονται...
«...Εάν ουν είπωσιν υμίν, ιδού εν τη ερήμω εστί, μη εξέλθητε, ιδού εν τοις ταμείοις, μη πιστεύσητε, ώσπερ γάρ η αστραπή εξέρχεται από ανατολων και φαίνεται έως δυσμων, ούτως έσται και η παρουσία του Υιου του Ανθρώπου...»
Έλενα Π. Μπλαβάτσκυ,
"Ο Εσωτερικός Χαρακτήρας των Ευαγγελίων"